Βρε κολλητέ μπας…και;;;
Της Ευτυχίας Παπούλια
Περισσός, μόλις είχα κατέβει από το σταθμό και περίμενα το Δημήτρη, που μόνο Άγγλο δεν τον λες στα ραντεβού του. Αν ήσουν δε και κανας γνωστός, σαν εμένα που μεγαλώσαμε μαζί- προλάβαινες να κάνεις μια βόλτα στα μαγαζιά, να πιεις ένα καφέ και να φας κάτι στα όρθια ώσπου να ρθει. Δε θα θύμωνα όμως εκείνο τη βράδυ, όταν τον άκουσα τόσο θλιμμένο εξ αιτίας της τελευταίας του γνωριμίας, έτρεξα να τον ακούσω.
Στο δρόμο πήγαινα πέρα δώθε σαν τρελή μέχρι να με εγκαταλείψει η λιγούρα μου- Δευτέρα ήταν και ξεκινούσα δίαιτα. Έριχνα κάτι κλεφτές ματιές στο περίπτερο που ήταν γεμάτο σοκολάτες και μονολογούσα “άντε βρε Δημήτρη”…
Ξαφνικά, μια κοπέλα αλαφιασμένη λε και την κυνηγούσαν λέοντες, τρέχει ως τον περιπτερά κι ανάστατη απαιτεί δυο τρεις ασπιρίνες. Σαν γνήσια κουτσομπόλα, κοντοζύγωσα για να στήσω αυτί. Πριν προλάβω να λυπηθώ και να κάνω τα πρώτα σενάρια για τη ζωή της, τα μάτια μου καρφώνονται σε ένα ταλαίπωρο ομορφούλη που την ακολουθούσε, σέρνοντας από κοντά και τον πληγωμένο έρωτα του για κείνη που προσπαθούσε μάταια να κρύψει. Ο περιπτεράς ακόμη έψαχνε τις ασπιρίνες , εκείνη ξεφυσούσε εκνευριστικά, έπιανε το κεφάλι της και μασούσε την τσίχλα βγάζοντας κρότους λες κι έσκαγαν βόμβες. Φαινόταν σα να συμβαίνει κάτι θλιβερό, μα όπως πάντα, έτσι κι εδώ πρωταγωνιστούσε ένα θιγμένο συναίσθημα, μια χαρακωμένη καρδούλα. Η μάλλον δυο…
“Τα φτιάξατε τελικά;”, τη ρωτάει με μια αγωνία κι ένα κατακόκκινο πρόσωπο ο κακός μικρός ηθοποιός.
“Περίπου”, απαντά εκείνη κόβοντας του τα πόδια, “μου είπε πως του αρέσω αλλά θέλει λίγο χρόνο μόνος.”
“Φοβάμαι μην πληγωθείς Μαρίνα. Είσαι η κολλητή μου και μέρες τώρα είσαι προβληματισμένη εξ αιτίας του. Εμείς μεγαλώσαμε μαζί και δεν ξέρω αν αυτός…”
Δεν άκουσα παρακάτω, γιατί με συνεπήρε η αδιαφορία της όμορφης μικρής με την τσίχλα, που λέξη δεν είχε ακούσει κι απλώς κατάπινε την ασπιρίνη, έχοντας γείρει το κεφάλι της πάνω στο δικό του ώμο. Δύσμοιρος μικρός… Έλιωνε σαν κερί από τον έρωτα του για κείνη, και από μίσος για κάθε ανόητο παιδί που τη βασάνιζε. Κι εκείνη όμως, ήταν τόσο κοντά του σαν η καρδιά της να του ανήκει και να μην το ξέρει, μοιράζοντας την από δω κι από κει.
“Εμείς μεγαλώσαμε μαζί”, της είπε ανάμεσα στα άλλα και πέρασαν σαν ταινία από τα μάτια μου μπροστά, τα χρόνια της φιλίας μου με το Δημήτρη, από την εποχή που αλλάζαμε τις μπουγελόφατσες μέχρι και τώρα που αλλάζαμε τα φλερτ σαν τα ρούχα.. Πόσα ξενύχτια, πόσα ξεκαρδιστικά γέλια ως τα χαράματα κάθε καλοκαίρι στο χωριό, νύχτες που ντροπιάζαμε τους εαυτούς μας από το αλκοόλ και καταλήγαμε στον πλάτανο στην εκκλησία παραπατώντας, να λέμε μέσα στη ζάλη πως θα παντρευτούμε οι δυο μας να μη μπορεί να μας πληγώσει κανένας ξέμπαρκος. Και γελούσαμε…
Πόσα μυστικά, πόσα λάθη μου κι αμαρτίες έχεις καταπιεί, πόσα κορίτσια μίσησα κι εγώ που σου έφεραν τη θλίψη… Και τώρα που ωριμάσαμε, πρέπει να κρυφτούμε γιατί οι μεγάλοι δεν είναι αθώοι όπως τα παιδιά, είναι ανώριμος, προδότης ο φίλος που σε έχει ερωτευτεί.. Οι μεγάλοι πρέπει να προσέχουν τα συναισθήματα τους, έτσι δεν είναι; Τώρα, πρέπει να ακούω τις άθλιες συμπεριφορές που σε έχουν τσακίσει και να μη μιλάω, να δέχομαι μονάχα τις επιλογές σου γιατί “ξέρεις εσύ τι κάνεις”… Τον ώμο μου θες μόνο να χεις να κλαις…
Ρε συ, τι θα κάνεις χωρίς εμένα όμως; Ποια θα ανεχτεί αυτό το στήσιμο στα ραντεβού, ποια θα κάτσει να σε ακούει με τη χέβι μέταλ στα μπαράκια που συχνάζεις, ποια θα ξέρει τόσο καλά πότε κοκκινίζεις από αμηχανία, πότε από θυμό και πότε από ευτυχία… Κι εγώ, μόνο από σένα πίνω τον καφέ με μετρημένους τους κόκκους όπως τους θέλω…
Φιλίες και κουραφέξαλα, ένας ερωτισμός από πάνω θα ζει και θα βασιλεύει για πάντα και μια ζήλεια που αν φουντώσει θα σπάσει κάθε δεσμό. Ναι ναι, το σκέφτηκα πολλές φορές αν θα μουν άξια δίπλα σου, πως θα ταν να μουν εγώ ο άνθρωπος σου κι εσύ ο δικός μου. Τάχα δεν το έχεις σκεφτεί εσύ; Όλοι το έχουν σκεφτεί, κι αυτή είναι η μαγεία, αυτός ο φιλικός ερωτισμός, η ερωτική φιλία που ακόμη οι άνθρωποι ντρέπονται να βιώσουν και αισθάνονται ανήθικοι και πουλημένοι…
Εγώ καθόλου να ξερες… Έχουν προκύψει οι πιο σπουδαίοι έρωτες από φιλίες, κι αν όχι, έχουν μείνει οι πιο σπουδαίες φιλίες… Ποιος είπε πως το φίλο δε μπορείς να τον ονειρευτείς, ποιος θα σου κλείσει τα μάτια μπροστά στην πανέμορφη καλή σου φίλη;
Χρειάζομαι πολλές σοκολάτες τώρα… Στην ευχή να πάει η δίαιτα, στην ευχή κι αυτές οι ετικέτες στους ανθρώπους. Ακόμη να φτάσεις βρε Δημήτρη; Βιάσου, θέλω να κοιταχτούμε λίγο για να ξέρω. Με νοιάζει να ακούσω για κείνη ή να πάμε σινεμά;